Κυριακή 15 Ιουνίου 2008

Για σένα…(αν το καταλάβεις ποτέ)



Κουλουριασμένη, μόνη στον κενό εαυτό σου
κλαίς, πνιγμένη μες στα δάκρυα που φύλαγες γι’ αυτόν
σαν δεκανίκι στο παράσιτο που άφησες να σε ρουφά
δίνοντας του μητρικά όλα σου τα υγρά
για να επιπλέει στην ξεραΐλα σου το υπερτροφικό εγώ του
κι εσύ μικρή και μεθυσμένη
βαθιά πικραμένη,
γελάς αμήχανα στάζοντας δηλητήριο.
Πώς χάθηκες.. ξεχάστηκες αφέθηκες να σε τραβά
σε κάθε του βήμα μπαίνοντας όλο και πιο βαθιά
ξύλινο δεκανίκι δίπλα του, κουτσό
στους αδιέξοδους χωματόδρομους
που διαλέγει να περπατά, σαπίζεις.
Ανύπαρκτη και ξένη απ’ όλους ξενιτεμένη
τα χέρια σου ζεστά μόνο για την δική του αγκαλιά
κλαίς ζητώντας παρηγοριά
όχι, δεν θα ζεστάνω τα παγωμένα σου για μένα δάχτυλα
θα σε αφήσω να ρουφήξεις λαίμαργα
αυτό για το οποίο κλαίγοντας παρακαλάς να λυτρωθείς
την άρρωστη ηδονή που αντλείς από την απόρριψή σου
και ίσως βροχή μια μέρα τα δάκρυά μου να σε πνίξουν.

1 σχόλιο:

iren είπε...

apla uperoxo ,, ( tora se anakaluptoume opos eipe k i fili mas extes ,, )

ti na po ,., to eniosa kai auto exei simasia telika,!!